Τα τελευταία χρόνια ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα όλο και αυξανόμενα περιστατικά βίας στη χώρα μας. Δυστυχώς, ενώ οι βίαιες συμπεριφορές αυξάνουν, ο μέσος όρος ηλικίας των ατόμων που εμπλέκονται σε αυτές μειώνεται.
Οι κοινωνικο-οικονομικές αλλαγές, η πανδημία, η αύξηση κατανάλωσης ναρκωτικών ουσιών και αλκοόλ, η παρακολούθηση βίαιων προτύπων στο διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και η γενικότερη κρίση των αξιών εντείνουν το πρόβλημα.
Οι σημερινοί έφηβοι έχουν γίνει μάρτυρες της ανασφάλειας που προκάλεσαν οι αλλεπάλληλες κρίσεις που έχει βιώσει οι χώρα μας την τελευταία δεκαετία και ως εκ τούτου ζουν διαρκώς υπό την σκιάν μιας επικείμενης απειλής. Η απειλή υποδηλώνει κίνδυνο, ο κίνδυνος επιφέρει άγχος, ενώ γρήγορα το άγχος παραχωρεί τη θέση του στο φόβο. Ο φοβισμένος άνθρωπος προκειμένου να προστατέψει τον εαυτό του, θα γίνει βίαιος και επιθετικός.
Ο ρόλος της Πανδημίας COVID-19
Οι περιορισμοί, η κοινωνική απομόνωση, η διακοπή της καθημερινότητας και οι αλλαγές στις σχέσεις με την οικογένεια και τους συνομηλίκους συνέβαλαν στην αύξηση των βίαιων συμπεριφορών μεταξύ ανηλίκων.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τα σχολεία έκλεισαν, και πολλές δραστηριότητες που βοηθούσαν τους ανηλίκους να κοινωνικοποιηθούν ακυρώθηκαν με αποτέλεσμα τη φτωχή καλλιέργεια των κοινωνικών δεξιοτήτων των παιδιών. Με την επιστροφή στην κανονικότητα, η αδυναμία αποτελεσματικής διαχείρισης των σχέσεων με τους άλλους οδήγησε σε αυξημένα περιστατικά συγκρούσεων και βίας.
Επιπρόσθετα, η διαρκής αβεβαιότητα για το μέλλον και την εξέλιξη της νόσου, ενίσχυσαν το άγχος και την κατάθλιψη σε πολλούς εφήβους, οδηγώντας σε εκρήξεις θυμού και βίαιη συμπεριφορά.
Από την πανδημία και έπειτα ο χρόνος έκθεσης των παιδιών και των νεαρών εφήβων στο διαδίκτυο έχει αυξηθεί δραματικά, με αποτέλεσμα την έκθεσή τους στον Διαδικτυακό Εκφοβισμό (Cyberbullying), ο οποίος έχει μεταφέρει τη βία στο φυσικό κόσμο, εφ’ όσον τα παιδιά πλέον συναντιούνται δια ζώσης.
Ο Ρόλος του Διαδικτύου και των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης
Τα σημερινά παιδιά περνούν υπερβολικά πολύ χρόνο στα κοινωνικά δίκτυα και στις διάφορες διαδικτυακές πλατφόρμες χαρακτηριστικό των οποίων είναι η έκθεση σε βίαιο και προκλητικό περιεχόμενο. Έλλειψη οριοθέτησης παρατηρείται και ως προς τις ώρες ενασχόλησης με διάφορα βιντεοπαιχνίδια, τα οποία με τη σειρά τους προάγουν τη βία και την επιθετικότητα, ως μέσο επιτυχίας και αποδοχής από τους συνομηλίκους.
Η έκθεση σε βίαιο περιεχόμενο, μπορεί να προκαλέσει μιμητικές συμπεριφορές, ειδικά αν τα παιδιά δεν έχουν σαφή όρια για το τι είναι αποδεκτό, καθώς η επιθετική συμπεριφορά εξιδανικεύεται και απενοχοποιείται. Ταυτόχρονα, το άγχος για το εάν το παιδί θα λάβει πολλά «likes», το οδηγεί στο να υιοθετεί προκλητικές συμπεριφορές που θα τραβήξουν την προσοχή των συνομηλίκων και θα λειτουργήσουν ως ένδειξη επιβολής και δύναμης. Η χρήση του κινητού καταλήγει αυτοσκοπός, αποκόπτοντας το παιδί από την πραγματική ζωή, γεγονός που δεν του αφήνει περιθώρια να καλλιεργήσει αρετές όπως η ευαισθησία, η ενσυναίσθηση και το αίσθημα αλληλοϋποστήριξης.
Ο Ρόλος της Οικογένειας
Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, οι οικονομικές δυσκολίες και η αβεβαιότητα που επικρατούν τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας είχαν ως αποτέλεσμα οι γονείς να δουλεύουν πολλές ώρες και τα παιδιά να μένουν μόνα τους. Όταν τα παιδιά μεγαλώνουν σε οικογένειες όπου δεν υπάρχει συναισθηματική υποστήριξη ή βιώνουν παραμέληση, μπορεί να αναπτύξουν βίαιες συμπεριφορές.
Αντίστροφα, η ενοχή των γονέων από την έλλειψη χρόνου ενασχόλησης με τα παιδιά τους, έχει οδηγήσει στην άμεση ικανοποίηση κάθε ανάγκης τους, κυρίως υλικής φύσης, στη μηδαμινή ανοχή στη ματαίωση, καθώς και στην έλλειψη επαρκούς οριοθέτησης. Ως αποτέλεσμα, τα παιδιά ενθουσιάζονται δύσκολα, γίνονται απαθή, εγωκεντρικά, αλλά και χειριστικά, καθώς μαθαίνουν να αποκτούν αυτό που θέλουν μέσα από την αντιδραστική συμπεριφορά, τι φωνές και τον εκβιασμό.
Σε οικογένειες δε που επικρατεί βία μέσα στο σπίτι, όπως καυγάδες ή κακοποίηση από τους γονείς, η μίμηση τέτοιων συμπεριφορών καταλήγει σχεδόν μονόδρομος.
Ο Ρόλος του Σχολείου
Η απαξίωση του θεσμού του σχολείου και η απουσία κατάλληλων προγραμμάτων πρόληψης της βίας μπορεί να αφήνουν τους ανήλικους χωρίς υποστήριξη σε κρίσιμες καταστάσεις.
Απουσία υγειών προτύπων και εκπαιδευτικών – μεντόρων, τα παιδιά που είναι πιο ανασφαλή, δυσκολεύονται να συνδεθούν με θετικούς συνομηλίκους ή που βιώνουν απόρριψη από την οικογένεια, γίνονται πιο επιρρεπή στην πίεση που ασκείται από την ομάδα των συνομηλίκων για συμμετοχή σε βίαιες ενέργειες, προκειμένου να γίνουν αποδεκτά και να ανήκουν στην ομάδα.
Αύξηση των περιστατικών Βίας μεταξύ των Κοριτσιών
Η συμμετοχή των κοριτσιών σε περιστατικά βίας και ξυλοδαρμών είναι ένα φαινόμενο που έχει αρχίσει να παρατηρείται με μεγαλύτερη συχνότητα τα τελευταία χρόνια. Ενώ παραδοσιακά η βία θεωρούνταν πιο συνδεδεμένη με τα αγόρια, σήμερα βλέπουμε ότι τα κορίτσια επίσης εμπλέκονται σε τέτοιου είδους συμπεριφορές. Τα αίτια για την εμπλοκή των κοριτσιών σε βίαια περιστατικά μπορούν να εξηγηθούν από έναν συνδυασμό κοινωνικών, ψυχολογικών και πολιτισμικών παραγόντων.
Οι αλλαγές στα κοινωνικά πρότυπα και η μεγαλύτερη ισότητα των φύλων έχουν οδηγήσει σε αναθεώρηση του "παραδοσιακού" ρόλου των κοριτσιών, αλλά και σε εξιδανίκευση του «σκληρού προφίλ». Ορισμένα κορίτσια, δηλαδή, χρησιμοποιούν τη βία προκειμένου να αποδείξουν τη δύναμή τους ή να αποκτήσουν ισχύ, κάτι που παραδοσιακά συνδεόταν με τα αγόρια.
Πλέον τα κορίτσια ασχολούνται το ίδιο, αν όχι και περισσότερο, τόσο με τα βιντεοπαιχνίδια, όσο και με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Επομένως, επηρεάζονται εξίσου από εικόνες και μηνύματα που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο, στα οποία η βία κάποιες φορές παρουσιάζεται ως μια "εντυπωσιακή" ή "δυναμική" συμπεριφορά. Επιπρόσθετα, πίσω από την ανωνυμία του διαδικτύου τα περιστατικά βίας συχνά καταγράφονται και διαμοιράζονται, κάτι που μπορεί να τα ενθαρρύνει να εμπλακούν σε αντίστοιχα συμβάντα, ώστε να εντυπωσιάσουν το περιβάλλον τους.
Τις περισσότερες φορές τα κορίτσια εκδηλώνουν την επιθετικότητά τους έμμεσα, κυρίως διαδίδοντας συκοφαντίες για συμμαθήτριές τους, αποκλείοντάς τες από την κοινωνική ζωή του σχολείου ή προβαίνοντας σε πράξεις διαδικτυακού εκφοβισμού. Ωστόσο, τα κορίτσια «θύματα», μπορεί τελικά να καταφύγουν στη βία προκειμένου να αντιδράσουν στον εκφοβισμό που υφίστανται και να αποκαταστήσουν την κοινωνική τους θέση, βγάζοντας από μέσα τους το θυμό που έχει συσσωρευτεί με την πάροδο του χρόνου.
Άλλωστε, όπως στα αγόρια, έτσι και στα κορίτσια, η ομαδική πίεση (peer pressure) παίζει σημαντικό ρόλο. Τα κορίτσια μπορεί να εμπλακούν σε βίαιες και επιθετικές συμπεριφορές προκειμένου να επιβληθούν, να θεωρηθούν ανώτερες και τελικά να ενταχθούν σε κάποια ομάδα ή να διατηρήσουν το "κύρος" τους ανάμεσα στους συνομηλίκους.
Τέλος, ψυχολογικά και συναισθηματικά ζητήματα, όπως η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η κατάθλιψη, το άγχος και ο θυμός μπορεί να βρουν τρόπο έκφρασης μέσα από βίαιες πράξεις και συμπεριφορές. Η αδυναμία, δηλαδή, διαχείρισης έντονων συναισθημάτων μπορεί να οδηγήσει σε σωματική ή λεκτική επιθετικότητα, ειδικά όταν τα κορίτσια αισθάνονται ότι δεν έχουν άλλους τρόπους να εκφράσουν τον πόνο ή την απογοήτευσή τους.
Σίγουρα η βία μεταξύ των ανηλίκων είναι ένα σύνθετο και πολυπαραγοντικό ζήτημα που απαιτεί συντονισμένη αντιμετώπιση από την οικογένεια, το σχολείο, την κοινωνία και τους φορείς ψυχικής υγείας.
Απαραίτητη κρίνεται η εφαρμογή προγραμμάτων προαγωγής της υγείας και κοινωνικής μάθησης νωρίς στη ζωή των παιδιών, καθώς και η συμμετοχή της οικογένειας σε ομάδες γονέων για την καλύτερη υποστήριξη των παιδιών. Όσο ο θεσμός της οικογένειας χαλαρώνει, τόσο θα εντείνονται τα κοινωνικά προβλήματα. Τέλος, μείζονος σημασίας κρίνεται και ο ρόλος των «παρατηρητών» οι οποίοι με την απάθειά τους ουσιαστικά εκφράζουν την αποδοχή τους απέναντι σε βίαιες πράξεις και ενέργειες, ενώ με την ενεργό αποδοκιμασία τους μπορούν να αποτρέψουν τους νεαρούς θύτες από το να αναλάβουν δράση.
Συμπερασματικά, ο εντοπισμός των αιτίων και η πρόληψη αυτών είναι καίριας σημασίας για τον περιορισμό και την αντιμετώπιση του φαινομένου.